κοβαλισμός

From LSJ

Λυπεῖ με δοῦλος δεσπότου μεῖζον φρονῶν → Servus molestu'st supra herum sese efferens → Ein Ärgernis: ein Sklave stolzer als sein Herr

Menander, Monostichoi, 323
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κοβᾱλισμός Medium diacritics: κοβαλισμός Low diacritics: κοβαλισμός Capitals: ΚΟΒΑΛΙΣΜΟΣ
Transliteration A: kobalismós Transliteration B: kobalismos Transliteration C: kovalismos Beta Code: kobalismo/s

English (LSJ)

ὁ, porterage, transport, PLond.3.965.9 (iii A.D.).

Greek Monolingual

κοβαλισμός, ὁ (Α)
η μεταφορά, το κουβάλημα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κοβαλεύω ή ίσως από αμάρτυρο κοβαλίζω].