κρυσταλλωρυχείο
From LSJ
Ἡ γλῶσσ' ἁμαρτάνουσα τἀληθῆ λέγει → Inesse linquae veritas lapsae solet → Die Zunge, wenn sie in die Irre geht, spricht wahr
Greek Monolingual
το
ορυχείο κρυστάλλων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κρύσταλλος + -ορυχείο (< ορύττω). Το -ω- του τ. οφείλεται στη λειτουργία του νόμου της «εκτάσεως εν συνθέσει» (πρβλ. ανθρακωρυχείο, χρυσωρυχείο). Η λ. μαρτυρείται από το 1897 στο Λεξικόν ελληνογαλλικόν του Άγγ. Βλάχου].