κυκλοφορέομαι

From LSJ

Ἴσον θεῷ σου τοὺς φίλους τιμᾶν θέλε → Honora amicos tamquam honorares deos → Verehre willig deine Freunde Göttern gleich

Menander, Monostichoi, 269
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κυκλοφορέομαι Medium diacritics: κυκλοφορέομαι Low diacritics: κυκλοφορέομαι Capitals: ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΟΜΑΙ
Transliteration A: kyklophoréomai Transliteration B: kyklophoreomai Transliteration C: kykloforeomai Beta Code: kuklofore/omai

English (LSJ)

Pass., revolve, Arist.Mu.391b22, f.l. in Heraclit. All.36.

French (Bailly abrégé)

κυκλοφοροῦμαι;
se mouvoir circulairement.
Étymologie: κύκλος, φορέω.

Greek (Liddell-Scott)

κυκλοφορέομαι: Παθ., κινοῦμαι ἐν κύκλῳ, περιστρέφομαι κυκλικῶς, Ἀριστ. π. Κόσμ. 2, 3, Ἡρακλ. Ὁμ. Ἀλληγ. 36.

Russian (Dvoretsky)

κυκλοφορέομαι: носиться по кругу, описывать круг (ἡ κυκλοφορουμένη σφαῖρα Arst.; ὁ ἥλιος κυκλοφορεῖται Plut.).

German (Pape)

sich im Kreise bewegen; τῆς ἐν τόρνῳ κυκλοφορουμένης σφαίρας Arist. mund. 2; Plut. und andere Spätere