ἁλῶν δὲ φόρτος ἔνθεν ἦλθεν, ἔνθ' ἔβη → light come, light go | easy come, easy go
το1. απόξεση ή λείανση με λίμα, ρίνιση2. μτφ. φλυαρία, πολυλογία.[ΕΤΥΜΟΛ. < λιμάρω, κατά τα ουσ. σε -ισμα (πρβλ. ακόνισμα)].