λῶταξ

From LSJ

Ούτως είη ημίν ο Θεός βοηθός και το Ιερόν Αυτού Ευαγγέλιον → So help us God and His holy Gospel

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λῶταξ Medium diacritics: λῶταξ Low diacritics: λώταξ Capitals: ΛΩΤΑΞ
Transliteration A: lō̂tax Transliteration B: lōtax Transliteration C: lotaks Beta Code: lw=tac

English (LSJ)

ᾰκος, ὁ, = αὐλητής, Zonar., Eust.344.37.

German (Pape)

[Seite 76] ακος, ὁ, der Flötenbläser, Eust. 344, 35; andere Erkl. giebt noch Zonar.

Greek (Liddell-Scott)

λῶταξ: -ᾰκος, ὁ, ὁ καταδαπανῶν ἐν τοῖς αἰσχροῖς τὸν βίον, ὁ πόρνος καὶ ὁ ἀνδρόγυνος, Ἰω. Χρυσ. 11, 99CϏ― ἡ ἑρμηνεία αὐλητής, ἐν Ζωναρ. Λεξ. 1324 καὶ Εὐστ. 344, 35, φαίνεται φαντασιώδης.

Greek Monolingual

λῶταξ, -ακος, ὁ (Α)
(κατά τον Ζωναρά) «ὁ λῃστὴς ἢ ὁ πόρνος, ἢ ὁ μύρα ἀλειφόμενος, ἢ ὁ καταδαπῶν ἐν τοῖς αἰσχροῖς τὸν βίον αὐτοῦ ὡς ὁ πόρνος καὶ ὁ ἀνδρόγυνος ἢ ὁ αὐλητής».
[ΕΤΥΜΟΛ. < λωτός + επίθημα -αξ, -ακος (πρβλ. σκύλαξ)].