μυριόνεκρος
πατρὶς γάρ ἐστι πᾶσ' ἵν' ἂν πράττῃ τις εὖ → homeland is where life is good | homeland is where it is good | ubi bene, ibi patria
English (LSJ)
μυριόνεκρον, where tens of thousands die, μάχαι Plu.Alex.1.
German (Pape)
[Seite 219] mit unzähligen Todten, μάχη, Plut. Alex. 1.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
où les morts sont innombrables.
Étymologie: μυρίος, νεκρός.
Russian (Dvoretsky)
μῡριόνεκρος: с бесчисленным множеством убитых (μάχη Plut.).
Greek (Liddell-Scott)
μῡριόνεκρος: -ον, ἐπὶ μάχης, καθ’ ἣν ἔπεσον μυριάδες ἀνδρῶν, μάχη Πλουτ. Ἀλέξ. 1· τάφος μυριόνεκρος, εἰς ὃν ἐτάφησαν ἀναρίθμητοι νεκροί, Κ. Μανασσ. Χρον. 4020.
Greek Monolingual
-η, -ο (ΑΜ μυριόνεκρος, -ον)
(για πόλεμο ή μάχη) αυτός κατά τον οποίο φονεύθηκαν πάρα πολύ άνθρωποι, πολύνεκρος
μσν.
φρ. «τάφος μυριόνεκρος» — αυτός στον οποίο τάφηκαν αναρίθμητοι νεκροί, Κ. Μανασσ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < μυρι(ο)- + νεκρός.
Greek Monotonic
μῡριόνεκρος: -ον (λέγεται για μάχη), τόπος όπου σκοτώθηκαν δέκα χιλιάδες άνδρες, σε Πλούτ.
Middle Liddell
μῡριό-νεκρος, ον
where tens of thousands die, Plut.