νεάγγελτος

From LSJ

Τὸ γὰρ περισσὰ πράσσειν οὐκ ἔχει νοῦν οὐδένα → There is no sense in doing things beyond the usual measure

Sophocles, Antigone, 67-68
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νεάγγελτος Medium diacritics: νεάγγελτος Low diacritics: νεάγγελτος Capitals: ΝΕΑΓΓΕΛΤΟΣ
Transliteration A: neángeltos Transliteration B: neangeltos Transliteration C: neaggeltos Beta Code: nea/ggeltos

English (LSJ)

νεάγγελτον, newly or lately told, φάτις A.Ch.736.

German (Pape)

[Seite 234] neulich, eben erst gemeldet, verkündet, φάτις, Aesch. Ch. 725.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
nouvellement annoncé.
Étymologie: νέος, ἀγγέλλω.

Russian (Dvoretsky)

νεάγγελτος: только что или недавно возвещенный (φάτις Aesch.).

Greek (Liddell-Scott)

νεάγγελτος: -ον, ὁ νεωστὶ ἢ ἐσχάτως ἀγγελθείς, φάτις Αἰσχύλ. Χο. 736.

Greek Monolingual

νεάγγελτος, -ον (Α)
αυτός που αναγγέλθηκε ή ανακοινώθηκε πρόσφατα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νε(ο)- + ἀγγέλλω].

Greek Monotonic

νεάγγελτος: -ον (ἀγγέλλω), αυτός που έχει πρόσφατα αναγγελθεί, σε Αισχύλ.

Middle Liddell

νε-άγγελτος, ον ἀγγέλλω
newly or lately told, Aesch.