τῶν δ᾽ ὀρθουμένων σῴζει τὰ πολλὰ σώμαθ᾽ ἡ πειθαρχία → But of those who make it through, following orders is what saves most of their lives (Sophocles, Antigone 675f.)
νοομάντης, ο, θηλ. νοομάντις, -ιδος
άτομο που έχει την ικανότητα να μαντεύει τη σκέψη άλλου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νόος / νοῦς + μάντης. Η λ. μαρτυρείται από το 1894 στην εφημερίδα Ακρόπολις].