ξενίδιον

From LSJ

λέγεις, ἃ δὲ λέγεις ἕνεκα τοῦ λαβεῖν λέγεις → you speak, but you say what you say for the sake of gain (Menander, fr. 776)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ξενίδιον Medium diacritics: ξενίδιον Low diacritics: ξενίδιον Capitals: ΞΕΝΙΔΙΟΝ
Transliteration A: xenídion Transliteration B: xenidion Transliteration C: ksenidion Beta Code: ceni/dion

English (LSJ)

τό, guesthouse, PTeb.335.17 (iii A. D.).

Greek Monolingual

ξενίδιον, τὸ (Α)
οικίσκος προορισμένος για τους ξένους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ξένος + υποκορ. κατάλ. -ίδιον (πρβλ. ιππίδιον)].