πάνδοξος
From LSJ
ἤτοι ἐμοὶ τρεῖς μὲν πολὺ φίλταταί εἰσι πόληες Ἄργός τε Σπάρτη τε καὶ εὐρυάγυια Μυκήνη → The three cities I love best are Argos, Sparta, and Mycenae of the broad streets
German (Pape)
[Seite 458] ganz, allgemein berühmt (?).
English (Slater)
πάνδοξος all-glorious πάνδοξον Αἰολάδα σταθμὸν ὑμνήσω Παρθ. 2. 9.
Greek Monolingual
-ον, Α
πανένδοξος, τρισένδοξος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παν- + -δοξος (< δόξα), πρβλ. βαθύδοξος].