παιδουργός

From LSJ

ἄνθρωπός ἐστι πνεῦμα καὶ σκιὰ μόνον → human being is only a breath and a shadow, man is but a breath and a shadow

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παιδουργός Medium diacritics: παιδουργός Low diacritics: παιδουργός Capitals: ΠΑΙΔΟΥΡΓΟΣ
Transliteration A: paidourgós Transliteration B: paidourgos Transliteration C: paidourgos Beta Code: paidourgo/s

English (LSJ)

παιδουργόν, = παιδοποιός 2, μόρια Ascl. in Metaph.411.3, Olymp. in Grg.p.262 J.

German (Pape)

[Seite 442] Kinder zeugend, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

παιδουργός: -όν, (*ἔργω) = παιδοποιός, Βυζαντ.

Greek Monolingual

παιδουργός, -όν (ΑΜ)
αυτός που γεννά παιδιά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παῖς, παιδός + -ουργός (< έργο)].

Greek Monotonic

παιδουργός: -όν (*ἔργω), = παιδοποιός.

Middle Liddell

παιδουργός, όν [*ἔργω = παιδοποιός.]