πατροτοπικός

From LSJ

πεσούσης νυκτός, πάσα γυνὴ Λαΐς εστί → at nightfall, every woman is a Laïs | all cats are gray at night | all cats are gray by night | all cats are gray in the dark | all cats are grey at night | all cats are grey by night | all cats are grey in the dark | all women look the same with the lights off | when lights are out all women look the same

Source

Greek Monolingual

-ή, -ό
(κοινων. ανθρωπολ.) τύπος εγκατάστασης που επιβάλλεται σε ένα ζεύγος νεονύμφων και κατά τον οποίο η σύζυγος έρχεται να ζήσει στην οικογένεια του συζύγου της.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πατήρ, πατρός + τοπικός. Η λ. αποτελεί απόδοση του αγγλ. patrilocal < patri- (< πατήρ, πατρός) + local «τοπικός»].