περικάμνω

From LSJ

Ἐπ' ἀνδρὶ δυστυχοῦντι μὴ πλάσῃς κακόν → Miseri miseriae ne quid affingas mali → Vermehre nicht dem Unglücksraben noch sein Leid

Menander, Monostichoi, 145
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περικάμνω Medium diacritics: περικάμνω Low diacritics: περικάμνω Capitals: ΠΕΡΙΚΑΜΝΩ
Transliteration A: perikámnō Transliteration B: perikamnō Transliteration C: perikamno Beta Code: perika/mnw

English (LSJ)

make great efforts, ἐπεὶ Καῖσάρ εἰμι καὶ περικέκμηκα τὸ κλῖνον ἀναλήμψεσθαι PFay.20ii 14 (iii/iv A.D.).

Greek Monolingual

Α
καταβάλλω μεγάλες προσπάθειες, κοπιάζω πάρα πολύ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + κάμνω «καταβάλλω προσπάθεια»].