περικεράννυμι

From LSJ

Έγ', ὦ ταλαίπωρ', αὐτὸς ὧν χρείᾳ πάρει. Τὰ πολλὰ γάρ τοι ῥήματ' ἢ τέρψαντά τι, ἢ δυσχεράναντ', ἢ κατοικτίσαντά πως, παρέσχε φωνὴν τοῖς ἀφωνήτοις τινά –> Wretched brother, tell him what you need. A multitude of words can be pleasurable, burdensome, or they can arouse pity somehow — they give a kind of voice to the voiceless.

Sophocles, Oedipus at Colonus, 1280-4
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περικεράννυμι Medium diacritics: περικεράννυμι Low diacritics: περικεράννυμι Capitals: ΠΕΡΙΚΕΡΑΝΝΥΜΙ
Transliteration A: perikeránnymi Transliteration B: perikerannymi Transliteration C: perikerannymi Beta Code: perikera/nnumi

English (LSJ)

temper acrid humours, Alex.Trall.7.3:—Pass., f.l. in Plu.2.924b; cf. περικρεμάννυμι.

French (Bailly abrégé)

répandre tout autour.
Étymologie: περί, κεράννυμι.

Greek Monolingual

Α
1. αναμιγνύω ξινούς χυμούς
2. παθ. περικεράννυμαι
αναμιγνύομαι και χύνομαι ολόγυρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + κεράννυμι «αναμιγνύω»].