περιυφαίνω
From LSJ
τέχνη δὲ ἄνευ ἀλκῆς οὐδὲν ὠφελεῖ (Thucydides 2.87.4.6) → η τέχνη απαιτεί κουράγιο, skill without heart is useless
English (LSJ)
weave round, Poll.7.62 (Pass.), An.Ox.3.9 (Pass.).
German (Pape)
[Seite 598] umweben, beweben (?).
Greek (Liddell-Scott)
περιῠφαίνω: ὑφαίνω ὁλόγυρα, Πολυδ. Ζ΄, 62, Ἀνέκδ. Ὀξων 3. 9.