ποικιλόβοτρυς

From LSJ

Μοχθεῖν ἀνάγκη τοὺς θέλοντας εὐτυχεῖν → Laboret is, beatam qui vitam cupit → Sich abarbeiten muss, wer glücklich leben will

Menander, Monostichoi, 338
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ποικῐλόβοτρυς Medium diacritics: ποικιλόβοτρυς Low diacritics: ποικιλόβοτρυς Capitals: ΠΟΙΚΙΛΟΒΟΤΡΥΣ
Transliteration A: poikilóbotrys Transliteration B: poikilobotrys Transliteration C: poikilovotrys Beta Code: poikilo/botrus

English (LSJ)

ῠος, ὁ, ἡ, with varied clusters, Nonn. D. 5.279.

German (Pape)

[Seite 649] bunttraubig, von der sich allmälig färbenden Traube, οἰνάς, Nonn. D. 5, 279.

Greek (Liddell-Scott)

ποικῐλόβοτρυς: -υος, ὁ, ἡ, ὁ ἔχων ποικίλους βότρυς, Νόνν. Δ. 5. 279.

Greek Monolingual

-ότρυος, ὁ, ἡ, ΜΑ
(για κλήμα) αυτός που έχει πολύχρωμα σταφύλια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ποικίλος + βότρυς «σταφύλι» (πρβλ. πολύβοτρυς)].