Χωρὶς γυναικὸς ἀνδρὶ κακὸν οὐ γίγνεται → Non ullum sine muliere fit malum viro → Kein Unglück widerfährt dem Mann, der ledig bleibt
ο, η, Ν
επιστήμονας ειδικός στην πολεοδομία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πόλις, -εως + συνδετικό φωνήεν -ο- + -δόμος (< δόμος < δέμω «χτίζω»), πρβλ. οικοδόμος.