πολυθεΐα

From LSJ

ἐν γενείου ξυλλογῇ τριχώματος → in the first harvest of a beard, in early manhood

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πολυθεΐα Medium diacritics: πολυθεΐα Low diacritics: πολυθεΐα Capitals: ΠΟΛΥΘΕΪΑ
Transliteration A: polytheḯa Transliteration B: polytheia Transliteration C: polytheia Beta Code: poluqei/+a

English (LSJ)

ἡ, polytheism, Ph.1.609, Procop.Arc.19, Aed.6.2.

Greek (Liddell-Scott)

πολῠθεΐα: ἡ, ἡ λατρεία πολλῶν θεῶν, Χρησμ. Σιβ. 2 (ἐν τῇ ἐπιγραφ.), Ἐκκλ.

Greek Monolingual

η, ΝΜΑ πολύθεος
θρησκειολ. η πίστη σε πολλούς θεούς, η λατρεία πολλών θεών, πολυθεϊσμός.

German (Pape)

ἡ, Vielheit der Götter, Sp.