πολύβωτος

From LSJ

δόξειε δ' ἂν τῆς κυριωτάτης καὶ μάλιστα ἀρχιτεκτονικῆς. τοιαύτη δ' ἡ πολιτικὴ φαίνεται → It would seem to belong to the most authoritative art and that which is most truly the master art. And politics appears to be of this nature.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πολῠ́βωτος Medium diacritics: πολύβωτος Low diacritics: πολύβωτος Capitals: ΠΟΛΥΒΩΤΟΣ
Transliteration A: polýbōtos Transliteration B: polybōtos Transliteration C: polyvotos Beta Code: polu/bwtos

English (LSJ)

πολύβωτον, prob. from βόσκω, many-feeding, ferlile, as ironical epithet of the barren island of Seriphos, Cratin. 211.

German (Pape)

[Seite 660] = πολύβοτος, Cratin. bei Hephaest. p. 89, oder = πολυβόητος.

Greek (Liddell-Scott)

πολύβωτος: -ον, παρὰ Κρατίνῳ ἐν «Σεριφίοις» 6, πιθανῶς ἐκ τοῦ βόσκω, ὁ πολλοὺς βόσκων, τρέφων, εὔφορος, εἰρωνικῶς ὡς ἐπίθ. τῆς νήσου Σερίφου, πολύβωτον ποντίαν Σέριφον

Greek Monolingual

-ον, Α
1. αυτός που τρέφει πολλούς
2. εύφορος
3. ειρων. επίθετο της νήσου Σερίφου, επειδή είναι άγονη.
[ΕΤΥΜΟΛ. Παράλληλος τ. του πολύβοτος. Η τροπή του -ο- σε -ω- οφείλεται σε μετρ. λόγους].