πρητήν

From LSJ

τά δέ ἄνευ συμπλοκῆς, οἷον ἄνθρωπος, βοῦς, τρέχει, νικᾷ → and the simple forms of speech, for example: 'man', 'ox', 'runs', 'wins'

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πρητήν Medium diacritics: πρητήν Low diacritics: πρητήν Capitals: ΠΡΗΤΗΝ
Transliteration A: prētḗn Transliteration B: prētēn Transliteration C: pritin Beta Code: prhth/n

English (LSJ)

ῆνος, ὁ, yearling lamb, Ar.Byz. ap. Eust.1625.35, Hsch.

German (Pape)

[Seite 700] ὁ, = περύσινος, ἐνιαύσιος, ἐπετής, jährig, von diesem Jahre; Hesych. erkl. πρητῆνας τοὺς ἐνιαυσίους ἄρνας; davon ἐπιπρητήν.

Greek (Liddell-Scott)

πρητήν: ῆνος, ὁ, ἀμνὸς ἐνιαύσιος, Εὐστ. 1625. 35· «πρητῆνας· τοὺς ἐνιαυσίους ἄρνας» Ἡσύχ.· πρβλ. ἐπιπρητήν. (Περὶ τῆς ἐτυμολογίας ἴδε πρό).

Greek Monolingual

-ῆνος, ὁ, Α
ενιαύσιος αμνός, χρονιάτικο αρνί.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. συνδέεται με τον τ. πρατήνιον].

Frisk Etymological English

See also: s. πρατήνιον.

Frisk Etymology German

πρητήν: {prētḗn}
See also: s. πρατήνιον.
Page 2,594