Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

προαπαντώ

From LSJ

Ζῆν οὐκ ἄξιος, ὅτῳ μηδὲ εἷς ἐστι χρηστὸς φίλοςLife is not worth living if you do not have at least one friend.

Democritus, DK 68b22

Greek Monolingual

προαπαντῶ, -άω, ΝΑ
πηγαίνω να συναντήσω ή να υποδεχθώ κάποιον που έρχεται, προϋπαντώ
νεοελλ.
δίνω απάντηση προτού ερωτηθώ
αρχ.
1. πηγαίνω να συναντήσω προηγουμένως
2. προβαίνω σε διαβήματα προκαταβολικά ή σε κατάλληλο χρόνο
3. παρεμβάλλομαι, μεσολαβώ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προ- + ἀπαντῶ «συναντώ, αποκρίνομαι»].