προσαπτέον

From LSJ

ὦ θάνατε παιάν, μή μ᾽ ἀτιμάσῃς μολεῖν· μόνος γὰρ εἶ σὺ τῶν ἀνηκέστων κακῶν ἰατρός, ἄλγος δ᾽ οὐδὲν ἅπτεται νεκροῦ. → O death, the healer, reject me not, but come! For thou alone art the mediciner of ills incurable, and no pain layeth hold on the dead.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προσαπτέον Medium diacritics: προσαπτέον Low diacritics: προσαπτέον Capitals: ΠΡΟΣΑΠΤΕΟΝ
Transliteration A: prosaptéon Transliteration B: prosapteon Transliteration C: prosapteon Beta Code: prosapte/on

English (LSJ)

A one must apply or attach, εἰκόνα τισί Pl.R. 517b; τοῖς τέκνοις ἔγκλημα Porph.Chr.71.
2 one must attribute, τινί τι Plb. 2.60.2.

Greek (Liddell-Scott)

προσαπτέον: ῥημ. ἐπίθ. τοῦ προσάπτω, δεῖ προσάπτειν, τινί τι Πλάτ. Πόλ. 517Α. 2) πρέπει τις νὰ ἀποδώσῃ, Ἀράτω οὐ προσαπτέον παρανομίαν Πολύβ. 2. 60, 2.

Greek Monotonic

προσαπτέον: ρημ. επίθ., αυτό που πρέπει κάποιος να εφαρμόσει, τινί τι, σε Πλάτ.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

προσαπτέον, adj. verb. van προσάπτω, (het) moet worden toegepast.