τέχνη δὲ ἄνευ ἀλκῆς οὐδὲν ὠφελεῖ (Thucydides 2.87.4.6) → η τέχνη απαιτεί κουράγιο, skill without heart is useless
Ν
1. συγκεντρώνω και αποθηκεύω για χρήση ή για πούλημα καρπούς και άλλα προϊόντα
2. έχω ως εισόδημα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < εἰσοδεύω, με σίγηση του αρκτικού / i / (πρβλ. σοδειά)].