σταφυλίτης

From LSJ

Οὐκ ἔστιν ἀγαθὸν ἐν ἀνθρώπῳ ὃ φάγεται καὶ ὃ πίεται καὶ ὃ δείξει τῇ ψυχῇ αὐτοῦ ἀγαθὸν ἐν μόχθῳ αὐτοῦ (Ecclesiastes 2:24, LXX version) → What is good in a human is not what he eats and drinks and shows off to his soul as a benefit of his labor

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στᾰφυλίτης Medium diacritics: σταφυλίτης Low diacritics: σταφυλίτης Capitals: ΣΤΑΦΥΛΙΤΗΣ
Transliteration A: staphylítēs Transliteration B: staphylitēs Transliteration C: stafylitis Beta Code: stafuli/ths

English (LSJ)

[ῑ], ου, ὁ, guardian of grapes, epithet of Dionysus, Ael.VH3.41.

German (Pape)

[Seite 931] ὁ, der Traubige, heißt Dionysos, Ael. H. A. 3, 41.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
le dieu du raisin (Dionysos).
Étymologie: σταφυλή.

Greek (Liddell-Scott)

στᾰφῠλίτης: ὁ, ὁ τὰς σταφυλὰς φυλάττων, ἐπίθ. τοῦ Βάκχου, Αἰλ. Ποικ. Ἱστ. 3. 41.

Greek Monolingual

ο, ΝΑ
νεοελλ.
1. η σταφυλή της υπερώας
2. φρ. «σταφυλίτης μυς» — μικρός μυς της οπίσθιας επιφάνειας της σταφυλής
αρχ.
(ως προσωνυμία του Διονύσου) αυτός που προστατεύει τα σταφύλια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σταφυλή + επίθημα -ίτης (πρβλ. σταφιδίτης)].