συνεθισμός

From LSJ

Κύριε, βοήθησον τὸν δοῦλον σου Νῖλον κτλ. → Lord, help your slave Nilos ... (mosaic inscription from 4th-cent. church in the Negev)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνεθισμός Medium diacritics: συνεθισμός Low diacritics: συνεθισμός Capitals: ΣΥΝΕΘΙΣΜΟΣ
Transliteration A: synethismós Transliteration B: synethismos Transliteration C: synethismos Beta Code: suneqismo/s

English (LSJ)

ὁ, habituation, Plot.1.3.3, Jul.Or.8.248a.

German (Pape)

[Seite 1010] ὁ, Angewöhnung womit oder wozu, Gewohnheit.

Greek (Liddell-Scott)

συνεθισμός: ὁ, συνήθεια, ὁ μετά τινος ἢ πρός τι ἐθισμός, Πλωτῖν. 20G, Ρήτορες (Walz) τ. 3, σ. 468.

Greek Monolingual

ὁ, ΜΑ συνεθίζω
η ενέργεια και το αποτέλεσμα του συνεθίζω.

Translations