σύμπληξις

From LSJ

Καλὸν τὸ μηδὲν εἰς φίλους ἁμαρτάνειν → Nihil peccare in amicos est pulcherrimum → Gut ist, sich gegen Freunde nicht versündigen

Menander, Monostichoi, 279
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σύμπληξις Medium diacritics: σύμπληξις Low diacritics: σύμπληξις Capitals: ΣΥΜΠΛΗΞΙΣ
Transliteration A: sýmplēxis Transliteration B: symplēxis Transliteration C: sympliksis Beta Code: su/mplhcis

English (LSJ)

-εως, ἡ, collision, Demetr.Eloc.207; concurrence, τῶν δύο [ὀνομάτων] ib.105.

German (Pape)

[Seite 988] ἡ, das Zusammenschlagen, -stoßen, Sp.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
choc, conflit.
Étymologie: σύν, πλήσσω.

Russian (Dvoretsky)

σύμπληξις: εως ἡ столкновение Arst., Plut.

Greek (Liddell-Scott)

σύμπληξις: ἡ σύγκρουσις, φευκτέον τὰς τῶν μακρῶν στοιχείων συμπλήξεις Δημ. Φαληρ. § 207, 299· πρβλ. συμπίλησις.

Greek Monolingual

-ήξεως, ἡ, Α πλῆξις
1. σύγκρουση
2. συμφωνία, σύμπραξη.