σύρισμα

From LSJ

Κατηγορεῖν οὐκ ἔστι καὶ κρίνειν ὁμοῦ → Iudex et accusator esse idem nequit → Wer anklagt, darf nicht auch noch Richter sein zugleich

Menander, Monostichoi, 287
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σύρισμα Medium diacritics: σύρισμα Low diacritics: σύρισμα Capitals: ΣΥΡΙΣΜΑ
Transliteration A: sýrisma Transliteration B: syrisma Transliteration C: syrisma Beta Code: su/risma

English (LSJ)

[ῡ], ατος, τό, and συρ-ισμός, ὁ, later forms of σύριγμα, -μός; the former in Hsch. s.v. ἄσθμα, the latter in LXX Jd.5.16, al., Luc. Anach.32.

German (Pape)

[Seite 1040] τό, = σύριγμα, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

σύρισμα: τό, καὶ σῡρισμός, ὁ, μεταγεν. τύποι τοῦ σύριγμα, -μός, τὸ πρῶτον παρ’ Ἡσυχ., Βασιλ.· τὸ δεύτερον ἐν Λουκ. Ἀναχάρσ. 32, Νόνν.

Greek Monolingual

το, ΝΑ
βλ. σύριγμα.