τορνίσκος

From LSJ

δι' ἐρημίας πολεμίων πορευόμενος → he marched on without finding any enemy, his route lay through a country bare of enemies

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τορνίσκος Medium diacritics: τορνίσκος Low diacritics: τορνίσκος Capitals: ΤΟΡΝΙΣΚΟΣ
Transliteration A: tornískos Transliteration B: torniskos Transliteration C: torniskos Beta Code: torni/skos

English (LSJ)

ὁ, Dim. (in form) of τόρνος, Ph.Bel.53.4, IG11(2).161 A105 (Delos, iii B. C.).

German (Pape)

[Seite 1130] ὁ, dim. von τόρνος, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

τορνίσκος: ὁ, ὑποκορ. τοῦ τόρνος, τὸν τορνίσκον λαβόντες καὶ διαστάντες Φίλων ἐν Ἀρχ. Μαθ. σ. 53.

Greek Monolingual

ὁ, Α
μικρός τόρνος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τόρνος + υποκορ. κατάλ. -ίσκος (πρβλ. οβελίσκος)].