τριαύχην

From LSJ

Θέλομεν καλῶς ζῆν πάντες, ἀλλ' οὐ δυνάμεθα → Bene vivere omnes volumus, at non possumus → Gut leben wollen wir alle, doch wir können es nicht

Menander, Monostichoi, 236
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρῐαύχην Medium diacritics: τριαύχην Low diacritics: τριαύχην Capitals: ΤΡΙΑΥΧΗΝ
Transliteration A: triaúchēn Transliteration B: triauchēn Transliteration C: triaychin Beta Code: triau/xhn

English (LSJ)

ενος, ὁ, ἡ, with three necks, of Hecate, Lyc.1186.

Greek (Liddell-Scott)

τριαύχην: -ενος, ὁ, ἡ, ὁ ἔχων τρεῖς αὐχένας, ἐπὶ τῆς Ἑκάτης, τριαύχενος μήνιμα δειμένων θεᾶς, «τῆς Ἑκάτης, ἣν ἄνω τρίμορφον εἶπεν» (Σχολ.), Λυκόφρ. 1186.

Greek Monolingual

-ενος, ὁ, ἡ, και τριαύχενος, -ον, Α
αυτός που έχει τρεις αυχένες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τρι- + αὐχήν, -ένος (πρβλ. πολυαύχην)].

German (Pape)

ενος, mit drei Hälsen, Lycophr. 1186.