τυπίας
From LSJ
English (LSJ)
-ου, ὁ, hammered, wrought, χαλκός, opp. τροχίας, Poll.7.105.
Greek (Liddell-Scott)
τῠπίας: -ου, ὁ, σφυρήλατος, εἰργασμένος, Λατ. dunctilis, ἐπὶ μετάλλων, ἀντίθετον τῶ τροχίας, «τροχίαν μὲν χαλκόν, τὸν χυτὸν χρὴ καλεῖν, τυπίαν δέ, ὃν ἂν οἱ νῦν εἴποιεν ἐλατὸν» Πολυδ. Ζ΄, 195.
Greek Monolingual
ὁ, Α
(για μέταλλα) σφυρήλατος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τύπος + κατάλ. -ίας (πρβλ. τροχίας)].
German (Pape)
ὁ, χαλκός, gehämmertes, mit dem Hammer bearbeitetes Kupfer, Poll. 7.105.