υγροχεύμων

From LSJ

περὶ οὐδὲν γὰρ οὕτως ὑπάρχει τῶν ἀνθρωπίνων ἔργων βεβαιότης ὡς περὶ τὰς ἐνεργείας τὰς κατ' ἀρετήν → since none of man's functions possess the quality of permanence so fully as the activities in conformity with virtue

Source

Greek Monolingual

-ον, Μ
αυτός που χύνει νερό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑγρός + -χεύμων (< χεῦμα «ρεύμα» < χέω), πρβλ. βαθυχεύμων, πολυχεύμων].