υπεργαλαξίας

From LSJ

Ῥύπος γυνὴ πέφυκεν ἠργυρωμένος → Woman is silver-plated dirt → Argento sordes illitas puta mulierem → Mit Silber überzogner Schmutz ist eine Frau

Menander, Monostichoi, 469

Greek Monolingual

ο, Ν
φρ. «τοπικός υπεργαλαξίας»
αστρον. σύστημα γαλαξιών στο κέντρο του οποίου κυριαρχεί το γαλαξιακό σμήνος της Παρθένου, που τμήμα του είναι και ο δικός μας Γαλαξίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Νόθο αντιδάνειο σύνθ., πρβλ. αγγλ. supergalaxy < super (υπερ-) + galaxy (< γαλαξίας)].