υἱόθετος
From LSJ
πρέπει γὰρ τοὺς παῖδας ὥσπερ τῆς οὐσίας οὕτω καὶ τῆς φιλίας τῆς πατρικῆς κληρονομεῖν → it is right that children inherit their fathers' friendships just as they would their possessions
English (LSJ)
υἱόθετον, v.l. υἱοθετός, adopted as a son, Thom.Mag.p.362R.; dat. written ϝοθετω in Supp.Epigr.6.624 (Pisidia).
German (Pape)
[Seite 1176] zum Sohne angenommen, VLL.
Greek (Liddell-Scott)
υἱόθετος: -ον, (τίθημι) ὁ υἱοθετηθείς, υἱὸς θετός, Κλήμ. Ἀλ. 977, Θωμ. Μάγιστρ. 362.
Greek Monolingual
-η, -ο/ υἱόθετος, -ον, ΝΜΑ
υιοθετημένος, θετός γιος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Υποχωρητ. σχημ. από υἱοθεσία].