φυλακίτης

From LSJ

μέγα βιβλίον ἴσον τῷ μεγάλῳ κακῷ → a big book is the same as a big bad | a big book is the same as a big pain | a big book is a big evil | big book, big bad

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φῠλᾰκίτης Medium diacritics: φυλακίτης Low diacritics: φυλακίτης Capitals: ΦΥΛΑΚΙΤΗΣ
Transliteration A: phylakítēs Transliteration B: phylakitēs Transliteration C: fylakitis Beta Code: fulaki/ths

English (LSJ)

[ῑ], ου, ὁ, police official in Egypt, PSI4.359.8 (iii B. C.), PTeb.22.9 (ii B. C.), OGI85.4 (iii B. C.), 139.6 (ii B. C.); in Syria, ib.238.2.

German (Pape)

[Seite 1313] ὁ, der Gefangene, Nicet.

Greek (Liddell-Scott)

φῠλακίτης: [ῑ], -ου, ὁ φυλακισμένος, δεσμώτης, Συλλ. Ἐπιγρ. Ι. 4896c. 7, Ἀποστ. Διαταγ. 4, 2.

Greek Monolingual

ὁ, ΜΑ
φυλακισμένος, κλεισμένος στη φυλακή
αρχ.
(στην Αίγυπτο) όργανο της τάξης, αστυνομικός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φύλαξ, -ακος + κατάλ. -ίτης].