φωτογραφίζω
From LSJ
ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν → love your neighbor as yourself, thou shalt love thy neighbour as thyself, love thy neighbour as thyself
Greek Monolingual
Ν
1. παίρνω φωτογραφία με τη χρήση ειδικής μηχανής
2. απεικονίζω σε φωτογραφία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φωτογράφος. Η λ. μαρτυρείται από το 1896 στην εφημερίδα Ακρόπολις].