χνιαρωτέρα

From LSJ

ἢν εὑρίσκῃ πλέω τε καὶ μέζω τὰ ἀδικήματα ἐόντα τῶν ὑπουργημάτων, οὕτω τῷ θυμῷ χρᾶται → it happens that the crimes are greater and more numerous than the services, when one gives way to anger

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χνιαρωτέρα Medium diacritics: χνιαρωτέρα Low diacritics: χνιαρωτέρα Capitals: ΧΝΙΑΡΩΤΕΡΑ
Transliteration A: chniarōtéra Transliteration B: chniarōtera Transliteration C: chniarotera Beta Code: xniarwte/ra

English (LSJ)

χνοωτέρα, Hsch. χνίει· ψακάζει, θρύπτει, Id.

Greek Monolingual

Α
(κατά τον Ησύχ.) «χνοω < δεσ>τέρα».
[ΕΤΥΜΟΛ. Δυσερμήνευτος τ., ο οποίος ανήκει πιθ. στην οικογένεια του ρ. χναύω. Ωστόσο, παραμένει πιθανό ότι πρόκειται για παρεφθαρμένο τ., ενώ το ερμήνευμα θα οδηγούσε σε μία σύνδεση με τον τ. χνοῦς «χνούδι», του οποίου, όμως, η σύνδεση με τις λ. χναύω, χνόη παραμένει αμφίβολη (βλ. και λ. χνοῦς)].