ἀγκίστριον
From LSJ
Κύριε, σῶσον τὸν δοῦλον σου κτλ. → Lord, save your slave ... (mosaic inscription from 4th cent. church in the Negev)
English (LSJ)
τό, small hook, Dim. of ἄγκιστρον, Theoc.21.57, Bito51.1.
Spanish (DGE)
-ου, τό
1 anzuelito Theoc.21.57.
2 pequeño gancho o abrazadera del mecanismo de una ballesta, Bito 51.2.
German (Pape)
[Seite 14] τό, Theocr. 21, 57, kleine Angel.
French (Bailly abrégé)
ου (τό) :
dim. de ἄγκιστρον.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
ἀγκίστριον -ου, τό, demin. van ἄγκιστρον, haakje.
Russian (Dvoretsky)
ἀγκίστριον: τό, (pl. in crasi) τἀγκύστρια рыболовный крючок Theocr.
Greek (Liddell-Scott)
ἀγκίστριον: τό, ὑποκορ. τοῦ ἄγκιστρον, Θεόκρ. 21. 57.
Greek Monotonic
ἀγκίστριον: τό, υποκορ. του ἄγκιστρον, σε Θεόκρ.