ἀμφιβάσκω

From LSJ

Εὐχῆς δικαίας οὐκ ἀνήκοος θεός → Numquam deus surdescit ad iustas preces → Der angemessnen Bitte öffnet Gott sein Ohr

Menander, Monostichoi, 146
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀμφιβάσκω Medium diacritics: ἀμφιβάσκω Low diacritics: αμφιβάσκω Capitals: ΑΜΦΙΒΑΣΚΩ
Transliteration A: amphibáskō Transliteration B: amphibaskō Transliteration C: amfivasko Beta Code: a)mfiba/skw

English (LSJ)

= ἀμφιβαίνω, Sapph.Supp.10.7. ἀμφιβατεῖν· ἀμφισβητεῖν, Hsch.

Spanish (DGE)

rodear, envolver Sapph.21.7.

Greek Monolingual

ἀμφιβάσκω (Α)
αιολικός τύπος αντί αμφιβαίνω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀμφι- + βάσκω. Συγγενής τ. του ρ. βαίνω, που απαντά μόνο σε προστακτική].