ἀμφώτας
From LSJ
Πένητας ἀργοὺς οὐ τρέφει ῥᾳθυμία → Desidia nescit educare pauperem → Den trägen Armen nährt nicht seine Arbeitsscheu
English (LSJ)
χιτών τις, EM93.15: ἄμφωτος, Hsch. ἀμφώτιξ ἢ ἀμφώνυξ· γαστρίμαργος, ἀκρατής, Id.
Spanish (DGE)
• Alolema(s): tb. ἄμφωτος Hsch.
cierta túnica Hsch., EM 1208; v. tb. ἀμφινώτας.