ἀναρραίνω

From LSJ

πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι → the Milesians were mighty once

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀναρραίνω Medium diacritics: ἀναρραίνω Low diacritics: αναρραίνω Capitals: ΑΝΑΡΡΑΙΝΩ
Transliteration A: anarraínō Transliteration B: anarrainō Transliteration C: anarraino Beta Code: a)narrai/nw

English (LSJ)

send gushing forth, πέτρα κρουνὸν ἀ. Arist.Mir.841a22.

Spanish (DGE)

manar (πέτραν) κρουνὸν ὕδατος ἀναρραίνειν Arist.Mir.841a22.

German (Pape)

hervorspringen lassen, κρουνόν Arist. Mirab. 114.

Russian (Dvoretsky)

ἀναρραίνω: изливать, извергать (κρουνόν Arst.).

Greek (Liddell-Scott)

ἀναρραίνω: ἀναβλύζω, ἀναπέμπω, «χειμῶνος γενομένου ἐκ τοῦ αὐτοῦ τόπου κρουνὸν ὕδατος ἀναρραίνειν (τὴν πέτραν)» Ἀριστ. π. Θαυμ. 114.

Greek Monolingual

ἀναρραίνω (Α) ραίνω
αναβλύζω, αναβρύω.