ἀνθυπαγωγή
From LSJ
τούτων γάρ ἑκάτερον κοινῷ ὀνόματι προσαγορεύεται ζῷον, καί ὁ λόγος δέ τῆς οὐσίας ὁ αὐτός → and these are univocally so named, inasmuch as not only the name, but also the definition, is the same in both cases (Aristotle, Categoriae 1a8-10)
English (LSJ)
ἡ, reply, A.D.Synt.19.12, al.
Spanish (DGE)
-ῆς, ἡ
gram. respuesta αἱ ἀνθυπαγωγαὶ ὀνοματικαὶ γίνονται A.D.Synt.19.12.
German (Pape)
[Seite 235] ἡ, das Dagegenanführen, Gramm.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνθυπαγωγή: ἡ, τὸ ἀναφέρειν πρός τι, Ἀπολλ. Γραμμ.
Greek Monolingual
ἀνθυπαγωγή, η (Α)
η απάντηση, η αναφορά.