ἐμβελής

From LSJ

Νόσον δὲ κρεῖττόν ἐστιν ἢ λύπην φέρειν → Morbum quam tristitatem exantles facilius → Es lässt sich leichter krank sein als betrübt

Menander, Monostichoi, 383
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐμβελής Medium diacritics: ἐμβελής Low diacritics: εμβελής Capitals: ΕΜΒΕΛΗΣ
Transliteration A: embelḗs Transliteration B: embelēs Transliteration C: emvelis Beta Code: e)mbelh/s

English (LSJ)

ἐμβελές, within range of missiles, διάστημα, τόπος, Plb.8.5.2, D.S.20.44.

Spanish (DGE)

-ές
que está al alcance de los proyectiles, διάστημα Plb.8.5.2, τόπος D.S.20.44, cf. Str.12.2.7.

German (Pape)

[Seite 805] ές, innerhalb des Pfeilschusses; Pol. 8, 7, 2; D. Sic. 20, 44.

Greek (Liddell-Scott)

ἐμβελής: -ές, ἐντὸς βέλους, ἐντὸς τοξεύματος, Πολύβ. 8. 7, 2, Διόδ. 20, 44.

Greek Monolingual

-ές (Α ἐμβελής, -ές)
αυτός που βρίσκεται μέσα στην απόσταση βολής
νεοελλ.
το ουδ. ως ουσ. το εμβελές
η εμβέλεια, το βεληνεκές.