ἐπισκίασμα

From LSJ

ἐν ὀνόματι τῆς ἁγίας καὶ ὁμοουσίου καὶ ἀδιαιρέτου Τριάδος → in the name of the Holy and Consubstantial and Indivisible Trinity

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπισκῐασμα Medium diacritics: ἐπισκίασμα Low diacritics: επισκίασμα Capitals: ΕΠΙΣΚΙΑΣΜΑ
Transliteration A: episkíasma Transliteration B: episkiasma Transliteration C: episkiasma Beta Code: e)piski/asma

English (LSJ)

-ατος, τό, shadow thrown in eclipses, Ptol.Tetr.76.

German (Pape)

[Seite 979] τό, der darauf fallende Schatten, Procl.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπισκίασμα: τό, ἡ πράξις τοῦ ἐπισκιάζειν, Πρόκλ. Παράφρ. Πτολ. σ. 112.

Greek Monolingual

ἐπισκίασμα, τὸ (Α) επισκιάζω
1. η επισκίαση
2. το σκοτάδι, όταν γίνεται έκλειψη.