ἑτερόπτολις

From LSJ

Νέος πεφυκὼς πολλὰ χρηστὰ μάνθανε → Dum floret aetas, disce, quod scitum decet → In jungem Alter lerne viel, was brauchbar ist

Menander, Monostichoi, 373
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἑτερόπτολις Medium diacritics: ἑτερόπτολις Low diacritics: ετερόπτολις Capitals: ΕΤΕΡΟΠΤΟΛΙΣ
Transliteration A: heteróptolis Transliteration B: heteroptolis Transliteration C: eteroptolis Beta Code: e(tero/ptolis

English (LSJ)

ὁ, ἡ, of another city, Erinn.5; of various cities, λαός Nonn. D. 26.41.

German (Pape)

[Seite 1049] ιδος, von einer andern Stadt, Nonn. D. 26, 14.

Greek (Liddell-Scott)

ἑτερόπτολις: ὁ, ἡ, ὁ ἐξ ἑτέρας πόλεως, Ἤριννα 4, Νόνν. Δ. 26. 41.

Greek Monolingual

ἑτερόπτολις, ὁ, ἡ (Α)
αυτός που προέρχεται από άλλη πόλη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ετερο- + πτόλις «πόλις»].