ἔνσποδος

From LSJ

αἰθὴρ δ᾽ ἐλαφραῖς πτερύγων ῥιπαῖς ὑποσυρίζει (Aeschylus, Prometheus Bound 126) → The bright air fanned | whistles and shrills with rapid beat of wings.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἔνσποδος Medium diacritics: ἔνσποδος Low diacritics: ένσποδος Capitals: ΕΝΣΠΟΔΟΣ
Transliteration A: énspodos Transliteration B: enspodos Transliteration C: enspodos Beta Code: e)/nspodos

English (LSJ)

ἔνσποδον, ashen, τῇ χρόᾳ Dsc.5.88.

Spanish (DGE)

-ον
ceniciento, pálido ὅταν δὲ τῇ χρόᾳ ἔνσποδον ὑπάρχῃ al preparar el albayalde, Dsc.5.88.5.

German (Pape)

[Seite 852] χρόα, aschgraue Farbe, Diosc.

Greek (Liddell-Scott)

ἔνσποδος: -ον, ἔχων χρῶμα σποδοῦ, στάκτης, ὅταν δὲ τῇ χρόᾳ ἔνσποδον γένηται, ὅταν λάβῃ σταχτὶ χρῶμα, Διοσκ. 5. 103.