ἰχθυουλκός

From LSJ

Μακάριος, ὅστις ἔτυχε γενναίου φίλου → Generosa amicus mente , felicis bonum → Glückselig ist, wer einen edlen Freund gewinnt

Menander, Monostichoi, 357
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἰχθῠουλκός Medium diacritics: ἰχθυουλκός Low diacritics: ιχθυουλκός Capitals: ΙΧΘΥΟΥΛΚΟΣ
Transliteration A: ichthyoulkós Transliteration B: ichthyoulkos Transliteration C: ichthyoulkos Beta Code: i)xquoulko/s

English (LSJ)

ὁ, (ἕλκω) angler, Phot., Suid.:—written ἰχθῠο-ολκός in Hsch.

German (Pape)

[Seite 1276] = ἰχθυολκός, VLL.

Greek (Liddell-Scott)

ἰχθυουλκός: ὁ, (ἕλκω) ἁλιεύς, ψαρᾶς, Φώτ., Σουΐδ.· παρ’ Ἡσυχ. καὶ Θεοδωρήτ. ἐν Ἐπιστ. 76 φέρεται: ἰχθυολκός.

Greek Monolingual

ἰχθυουλκός και ἰχθυολκός, ὁ (Α)
ψαράς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἰχθυ(ο)- + -ουλκός (< ὁλκός < ἕλκω), πρβλ. εμβρυουλκός, ζυγουλκός].