Full diacritics: ὀβρῐμοπάτηπ | Medium diacritics: ὀβριμοπάτηρ | Low diacritics: οβριμοπάτηρ | Capitals: ΟΒΡΙΜΟΠΑΤΗΡ |
Transliteration A: obrimopátēr | Transliteration B: obrimopatēr | Transliteration C: ovrimopatir | Beta Code: o)brimopa/thp |
ἰσχυρὸν πατέρα ἔχων, Hsch.
ὀβριμοπάτηρ (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «ἰσχυρὸν πατέρα ἔχων».
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὄβριμος «ισχυρός, δυνατός» + πατήρ.