ὀρθομαντεία
From LSJ
νέῳ δὲ σιγᾶν μᾶλλον ἢ λαλεῖν πρέπει → it's fitting for a young man to keep silence rather than to speak (Menander)
English (LSJ)
ἡ, true prophecy, A.Ag.1215.
German (Pape)
[Seite 375] ἡ, richtige Wahrsagung, Aesch. Ag. 1188.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
divination ou prédiction.
Étymologie: ὀρθός, μαντεία.
Russian (Dvoretsky)
ὀρθομαντεία: ἡ верное предсказание Aesch.
Greek (Liddell-Scott)
ὀρθομαντεία: ἡ, ἀληθὴς μαντεία, Αἰσχύλ. Ἀγ. 1215. - Ἴδε Χαριτωνίδου Ποικίλα Φιλολ. τ. Α΄, σ. 425.
Greek Monolingual
ὀρθομαντεία, ἡ (Α)
αληθής προφητεία, αληθής μαντεία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ορθ(ο)- + μαντεία.
Greek Monotonic
ὀρθομαντεία: ἡ, αληθής προφητεία, προφητεία που επαληθεύτηκε, σε Αισχύλ.
Middle Liddell
ὀρθομαντεία, ἡ,
true prophecy, Aesch. [from ὀρθόμαντις