ὀφιόσπαρτος

From LSJ

Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀφῐόσπαρτος Medium diacritics: ὀφιόσπαρτος Low diacritics: οφιόσπαρτος Capitals: ΟΦΙΟΣΠΑΡΤΟΣ
Transliteration A: ophióspartos Transliteration B: ophiospartos Transliteration C: ofiospartos Beta Code: o)fio/spartos

English (LSJ)

poet. ὀφιόσπρατος, ον, (σπείρω) sown or engendered by serpents, EM287.13.

German (Pape)

[Seite 426] poet. ὀφιόσπρατος, von Schlangen gesäet, erzeugt, E. M.

Greek (Liddell-Scott)

ὀφιόσπαρτος: κατὰ ποιητ. μετάθεσιν, ὀφιόσπρᾰτος, ον, (σπείρω) ἐσπαρμένος ὑπὸ ὄφεων ἢ γονιμοποιηθεὶς ὑπ’ αὐτῶ, Ἐτυμολ. Μέγ. 287. 13.

Greek Monolingual

ὀφιόσπαρτος και ποιητ. τ. ὀφιόσπρατος, -ον (Α)
αυτός που γονιμοποιήθηκε ή γεννήθηκε από φίδια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὄφις, -ιος + σπαρτός (< σπείρω)].