ὑπερισθμίζω
From LSJ
Ὡς χαρίεν ἔστ' ἄνθρωπος, ἂν ἄνθρωπος ᾖ → Res est homo peramoena, quum vere est homo → Wie voller Anmut ist ein Mensch, der wirklich Mensch
English (LSJ)
draw or convey over an isthmus, πλοῖα Plb.4.19.9, 5.101.4, al.
German (Pape)
[Seite 1197] über eine Landenge ziehen od. bringen, πλοῖα, Pol. 4, 19, 1. 5, 101, 4.
Russian (Dvoretsky)
ὑπερισθμίζω: доставлять волоком, перетаскивать через перешеек (πλοῖα Polyb.).
Greek (Liddell-Scott)
ὑπερισθμίζω: ἕλκω ἢ μεταφέρω ὑπεράνω ἰσθμοῦ, πλοῖα Πολύδ. 4. 19, 9 (μετὰ διαφ. γραφ. ὑπερισθμήσας), 5. 101, 4, κλπ.· πρβλ. Valck. εἰς Ἡρόδ. 7, 24. ― Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρήσεις σ. 5.
Greek Monolingual
Α
(για πλοία) μεταφέρω κάτι πέρα από τον ισθμό, δηλαδή διά μέσου της ξηράς, μεταφέρω από τη μια όχθη του ισθμού στην άλλη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ- + ἰσθμός.