ὑπερισθμίζω

From LSJ

Ὡς χαρίεν ἔστ' ἄνθρωπος, ἂν ἄνθρωπος ᾖ → Res est homo peramoena, quum vere est homo → Wie voller Anmut ist ein Mensch, der wirklich Mensch

Menander, Monostichoi, 562
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑπερισθμίζω Medium diacritics: ὑπερισθμίζω Low diacritics: υπερισθμίζω Capitals: ΥΠΕΡΙΣΘΜΙΖΩ
Transliteration A: hyperisthmízō Transliteration B: hyperisthmizō Transliteration C: yperisthmizo Beta Code: u(perisqmi/zw

English (LSJ)

draw or convey over an isthmus, πλοῖα Plb.4.19.9, 5.101.4, al.

German (Pape)

[Seite 1197] über eine Landenge ziehen od. bringen, πλοῖα, Pol. 4, 19, 1. 5, 101, 4.

Russian (Dvoretsky)

ὑπερισθμίζω: доставлять волоком, перетаскивать через перешеек (πλοῖα Polyb.).

Greek (Liddell-Scott)

ὑπερισθμίζω: ἕλκωμεταφέρω ὑπεράνω ἰσθμοῦ, πλοῖα Πολύδ. 4. 19, 9 (μετὰ διαφ. γραφ. ὑπερισθμήσας), 5. 101, 4, κλπ.· πρβλ. Valck. εἰς Ἡρόδ. 7, 24. ― Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρήσεις σ. 5.

Greek Monolingual

Α
(για πλοία) μεταφέρω κάτι πέρα από τον ισθμό, δηλαδή διά μέσου της ξηράς, μεταφέρω από τη μια όχθη του ισθμού στην άλλη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ- + ἰσθμός.